Αυτά υποστηρίζουν ειδικοί επιστήμονες που ασχολούνται με τη φύση, τις φωτιές και την ελεύθερη βόσκηση, και δηλώνουν πως αν θέλουμε να σώσουμε τα δάση μας, η κτηνοτροφία στην Ελλάδα επιβάλλεται ν' αλλάξει μορφή και ότι το κράτος πρέπει να ενισχύσει τη σταβλισμένη κτηνοτροφία και όχι την ελεύθερη.
Το θέμα της ελεύθερης βόσκησης σε καμένες περιοχές ήρθε και πάλι στην επικαιρότητα μετά τις τελευταίες καταστροφικές πυρκαγιές, ακριβώς επειδή ο νομός Αττικής είναι πλούσιος σε κτηνοτροφία.
«Πολλά βουνά της Ελλάδας είναι θεόγυμνα γιατί επί αιώνες τα καίνε και τα βοσκούν. Ελατοδάση όπως του Αίνου και του Κιθαιρώνα είναι ουσιαστικά νεκρά. Είναι σαν να βλέπεις ένα χωριό όλο με γέρους και καθόλου παιδιά. Εχει να φυτρώσει καινούργιο έλατο λόγω της γιδοβοσκής σαράντα χρόνια. Μόλις πάει να γεννηθεί ένα έλατο μπαίνουν μέσα τα γίδια και το τρώνε», αναφέρει ο φυσιοδίφης, επίτιμος πρόεδρος της Εταιρείας Προστασίας της Φύσης, Γιώργος Σφήκας και προσθέτει:
«Εδώ και δεκάδες χρόνια σε όλη την Ευρώπη έχει καταργηθεί η ελεύθερη αιγοβοσκή. Οι μόνες χώρες που ακόμα έχουν ελεύθερα κοπάδια κατσίκας είναι η Ελλάδα και η Αλβανία. Το 1950 οι Βούλγαροι, προκειμένου να προστατεύσουν τα δάση τους, απαγόρευσαν τη γιδοβοσκή και πούλησαν τις κατσίκες τους σε εμάς. Εμείς όχι μόνο δεν την απαγορεύουμε αλλά την ενισχύσουμε κιόλας με διάφορα μέτρα».
Με την απαγόρευση της βοσκής σε καμένες εκτάσεις συμφωνεί και ο πρώην πρόεδρος της Ελληνικής Λιβαδοπονικής Εταιρείας, καθηγητής Δασολογίας στο ΑΠΘ, Βασίλης Παπαναστάσης, ο οποίος υπογραμμίζει ότι ο δασάρχης της κάθε περιοχής είναι αυτός που πρέπει να παακολουθεί την εξέλιξη της βλάστησης μετά την πυρκαγιά και ανάλογα με αυτήν να αποφασίζει για τη βοσκή. Ή να συνεχίζει την απαγόρευση ή να την άρει. Οπως λέει ο καθηγητής, αν η έκταση είναι δάσος τότε χρειάζεται πολύ περισσότερο χρόνο -τουλάχιστον δέκα χρόνια- για να μεγαλώσουν τα καινούργια πεύκα και να μποτν μέσα τα γίδια· εάν είναι εκτάσεις θαμνώδεις και αγροτολιβαδικές αυτό μπορεί να γίνει και σε λιγότερο χρόνο.
Παρότι όμως αμέσως έπειτα από κάθε πυρκαγιά το κράτος απαγορεύει την ελεύθερη βόσκηση στις καμένες περιοχές, κάποιοι φαίνεται ότι τις αποφάσεις αυτές δεν τις υπολογίζουν.
«Το όρος Αίνος βόσκεται παράνομα αν και είναι εθνικός δρυμός. Μπαίνουν κρυφά τη νύχτα μέσα τα γίδια και βόσκουν. Το έδαφος από κάτω είναι όλο πέτρα και βράχο, ακόμα και το χώμα έχει φύγει, το δάσος είναι γερασμένο και το μόνο που απομένει τώρα είναι να του βάλουν μια φωτιά και να το αποτελειώσουν», υποστηρίζει ο Γ. Σφήκας και σημειώνει:
«Πάνω από τη Ν. Μάκρη, από την Πολιτεία, από τον Μαραθώνα υπάρχουν στάνες με γίδια ελεύθερης βοσκής. Ενας κτηνοτρόφος μιλούσε στο ραδιόφωνο και έλεγε ότι έχει 600 γίδια. Και θα με ρωτήσετε: Τι θα γίνουν όλοι αυτοί; Θα καταστραφούν; Ας κάνει η Πολιτεία ένα πρόγραμμα μείωσης αυτής της μορφής κτηνοτροφίας. Θα ήταν προτιμότερο να πληρώνουμε αυτούς τους ανθρώπους να κάθονται και να εισαγάγουμε κατσικίσιο κρέας απ' έξω, προκειμένου να γλιτώσουμε τα δάση μας».
Το ερώτημα που τίθεται όμως είναι «Και τι γίνεται με τους κτηνοτρόφους; Πού θα βοσκήσουν τα γίδια τους;».
«Το να πούμε απαγορεύεται η γιδοβοσκή χωρίς να γίνει τίποτα, αυτό δεν θα είναι η λύση. Χρειάζεται ένα ειδικό και ολοκληρωμένο σχέδιο. Πρέπει και οι κτηνοτρόφοι να βρουν κάπου ζωοτροφές να φάνε τα ζώα τους. Υπάρχουν λοιπόν δυο λύσεις», κατά τον καθηγητή Β. Παπαναστάση:
Η μια λύση είναι οι κτηνοτρόφοι να ταΐσουν τα ζώα με έτοιμες τροφές μέσα στους στάβλους, όπως έγινε και στην Ηλεία, η άλλη να μεταφέρουν τα ζώα τους σε διπλανό οικισμό, ο οποίος δεν κάηκε και να βοσκήσουν εκεί. Θα μπορούσε μάλιστα, όπως σημειώνει ο κ. Παπαναστάσης, σε αυτές τις εκτάσεις να γίνουν λιπάνσεις, σπορές κ.ά. με στόχο να αυξηθεί το χόρτο, ούτως ώστε τα καινούργια ζώα που θα μεταφερθούν εκεί να βρουν την αναγκαία τροφή.
«Χρειάζεται ένας προγραμματισμός από το κράτος. Αντί να ενισχύει αυτής της μορφής την κτηνοτροφία, που είναι η χειρότερη και η οποία αποτελεί ληστρική εκμετάλλευση της Αττικής γης, ας ενισχύσει τη σταβλισμένη κτηνοτροφία. Ας ρίξει προς αυτήν τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις. Υπάρχουν ωραιότατες μονάδες σε όλη την Ελλάδα, στα Γιάννενα, στην Αιτωλοακαρνανία, που είναι περιφραγμένες. Εχει ο κτηνοτρόφος μια έκταση 500 στρέμματα και βάζει τα ζώα του μέσα. Δεν είπαμε να καταργηθεί η κτηνοτροφία. Μορφή ζητάμε ν' αλλάξει», τονίζει ο Γ. Σφήκας.
Η περιγραφή του φυσιοδίφη Γιώργου Σφήκα, για το πώς ξαναγεννιέται ένα δάσος μετά τη φωτιά, είναι αρκετή για να καταλάβουμε το μέγεθος του προβλήματος που δημιουργείται από την ελεύθερη βόσκηση:
«Από την επόμενη μέρα της πυρκαγιάς αρχίζει η διαδικασία της φυσικής αναγέννησης. Στα πευκοδάση τα κουκουνάρια είναι διετή. Τα ώριμα καίγονται και τα άγουρα ωριμάζουν με τη φωτιά. Υστερα από λίγες μέρες ρίχνουν χιλιάδες σπόρους. Με τις πρώτες βροχές οι σπόροι πέφτουν κατ' ευθείαν πάνω στις στάχτες, στο έδαφος που είναι γυμνό από χορτάρι, ρίχνουν ρίζα και με τον ερχομό της άνοιξης, το Μάρτιο, φυτρώνει το πρώτο πευκάκι, που είναι πολύ μικρό, με 5-6 βελονίτσες. Τη δεύτερη χρονιά αυτό γίνεται 5 πόντους, την τρίτη 10 πόντους κ.ο.κ. Υστερα από δέκα χρόνια αρχίζει να φαίνεται ότι φύτρωσαν πεύκα. Καταλαβαίνετε λοιπόν την καταστροφή όταν μπουν οι γίδες μέσα στο δάσος τα πρώτα χρόνια και φάνε τα μικρά πευκάκια».
Της ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ ΠΑΠΑΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ
άρθρο στο enet.gr